Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

Η Παιδεία στο επίκεντρο

Η αναδιάρθρωση του χώρου της Παιδείας αποτελεί στοίχημα για κάθε νεοεκλεχθείσα κυβέρνηση, με τη νεοσύστατη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, και τον υπουργό παιδείας Ν. Φίλη, να έχουν ξεκινήσει προσπάθειες για αλλαγές στην δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση με αφετηρία τις προγραμματικές δηλώσεις του υπουργού από το βήμα της Βουλής. Η νέα σύσταση του υπουργικού σχήματος μόνο προβληματική μπορεί να χαρακτηριστεί με την τοποθέτηση του Θ. Πελεγρίνη στη θέση του υφυπουργου, ο οποίος ως πρύτανης του ΕΚΠΑ σε βάρος των ακαδημαϊκών καθηκόντων του έδωσε προτεραιότητα στο κομματικό συμφέρον, βάζοντας λουκέτο στο μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα της χώρας, για το ζήτημα που είχε προκύψει με τη διαθεσιμότητα των διοικητικών υπαλλήλων. Παράλληλα όμως η ίδια συγκυβέρνηση, δεν έχει πλήρη επιτυχία στην τήρηση των δικών της δεσμεύσεων με κύρια παραδείγματα την άδικη επιβολή ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση και την παράλογη, για μια αριστερή κυβέρνηση, κυβίστηση για την απαλλαγή στο μάθημα των θρησκευτικών.

Ωστόσο, μπορούμε να κρίνουμε θετική την αλλαγή της στάσης του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την αξιολόγηση των καθηγητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Πάγια θέση μας, ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, είναι η θέσπιση ενός καθολικού και αξιοκρατικού συστήματος αξιολόγησης σε όλους τους τομείς του δημοσίου τομέα, και ειδικότερα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με σκοπό την βελτιστοποίηση των παροχών της. Θεωρούμε οτι πρέπει να υιοθετηθεί από την κυβέρνηση ένα σύστημα αξιολόγησης σε δύο στάδια που θα αντικατοπτρίζει τις μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για την εξυγίανση του χώρου αυτού. Συγκεκριμένα, σε πρώτο στάδιο οφείλει να γίνει αξιολόγηση των δομών και των θέσεων του εκάστοτε ιδρύματος με σκοπό να είναι γνωστός ο αριθμός του προσωπικού που απαιτείται για την πλήρη στελέχωσή του, καθώς επίσης και τα προσόντα που οφείλει να έχει. Σε δεύτερο στάδιο αναγκαία κρίνεται η αξιολόγηση των εργαζομένων ως προς τις δεξιότητες που κατέχουν για την επάνδρωση της κάθε θέσης με κριτήρια την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα.
Αποτέλεσμα αυτής της αξιολόγησης θα είναι η βέλτιστη κατανομή του ανθρώπινου δυναμικού των Ιδρυμάτων με βάση τις ανάγκες και τις απαιτήσεις τους, εκσυγχρονίζοντας και αναβαθμίζοντας αισθητά τη λειτουργία και γενικότερα τον θεσμικό χαρακτήρα τους.

Εν συνεχεία, θετικό δείγμα γραφής αποτελεί και η προοπτική διατήρησης του πανεπιστημιακού οργάνου που θεσπίστηκε τα τελευταία χρόνια, του Συμβουλίου Διοίκησης. Αδιαμφισβήτητα, ήταν αναγκαία η διάσπαση των αρμοδιοτήτων της Συγκλήτου σε διοικητικές και ακαδημαϊκές, τις οποίες έπρεπε να αναλάβουν το Συμβούλιο Διοίκησης και η Σύγκλητος αντίστοιχα. Με τον τρόπο αυτό αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά φαινόμενα αδιαφάνειας και κακοδιαχείρισης που πλήττουν οικονομικά τα Ιδρύματα και αμαυρώνουν τη φήμη τους. Αντιλαμβανόμενοι την ύπαρξη σημαντικών παθογενειών στην υφιστάμενη σύσταση και λειτουργία των Συμβουλίων Διοίκησης, δεν μπορούμε παρά να μην αποδεχθούμε την ανάγκη επαναπροσδιορισμού της δομής και της λειτουργίας αυτών. Σε μια κατεύθυνση εξάλειψης των δυσλειτουργιών που παρουσιάζουν τα εν λόγω όργανα, η κυβέρνηση προχώρησε σε μια Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, αφαιρώντας τη δυνατότητα του συγκεκριμένου οργάνου να αποκλείει υποψηφίους πρυτάνεις από την εκλογική διαδικασία. Ωστόσο, τόσο η αλλαγή αυτή όσο και η ασαφής κατεύθυνση προς τον «εκδημοκρατισμό της διαδικασίας εκλογής μονοπρόσωπων οργάνων διοίκησης» δεν είναι ικανή να καταστήσει αρκετά αποτελεσματική τη λειτουργία του συγκεκριμένου οργάνου διοίκησης. Το ουσιαστικό πρόβλημα εστιάζεται στην προβληματική σύσταση του Συμβουλίου Διοίκησης καθώς επίσης και στο γεγονός ότι στερούνται της συμμετοχής, ομάδες που δραστηριοποιούνται στο χώρο του πανεπιστημίου, πέραν των καθηγητών.
Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ θεωρούμε ότι θα πρέπει να συμμετέχει το σύνολο της πανεπιστημιακής κοινότητας στη λήψη των αποφάσεων του εκάστοτε ιδρύματος, πόσο μάλλον η φοιτητική κοινότητα που απαρτίζει το μεγαλυτερο μέρος αυτής. Η συμμετοχή αυτή θα πρέπει να εκφράζεται όχι μόνο κατά την εκλογική διαδικασία μονοπρόσωπων οργάνων αλλά και με την παρουσία στα όργανα συνδιοίκησης, η οποία αναμφίβολα ενισχύει την πολυφωνία και προλαμβάνει φαινόμενα καθηγητικής αυθαιρεσίας.

Ωστόσο, τα Πανεπιστήμια  πέρα από τα σημαντικά προβλήματα δομής και οργάνωσης τους, αντιμετωπίζουν και πιο ουσιαστικά λόγω της φύσης και της λειτουργίας τους, αφού αδυνατούν να επιτελέσουν τον πραγματικό τους ρόλο και να λειτουργήσουν εύρυθμα και ομαλά. Αιτία αυτών αποτελεί σαφώς η οικονομική κρίση που πλήττει σοβαρά τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, κρίση από την οποία τα Πανεπιστήμια δεν έμειναν αλώβητα. Οι συνέπειες είναι εμφανείς καθημερινά σε όλες τις σχολές, αφού παρατηρείται έντονα το φαινόμενο της περικοπής ή καταπάτησης  των φοιτητικών παροχών, αλλά και στη λειτουργία των υπηρεσιών των ιδρυμάτων, όπως η εργαστηριακή και η υλικοτεχνική ανεπάρκεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα επίσης αποτελεί η κατάσταση που επικρατούσε τον τελευταίο χρόνο στο ΕΚΠΑ και στο ΑΠΘ, όπου απορρίμματα είχαν κατακλύσει διαδρόμους και αμφιθέατρα, αφού είχε λήξει η σύμβαση με την εταιρεία καθαριότητας και δεν υπήρχαν οι πόροι για να ανανεωθεί. Σε συνέχεια της ανικανότητας των προηγούμενων κυβερνήσεων έρχονται τα γεγονότα αυτά να καταδείξουν την αδυναμία και της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να δώσει λύση στο πρόβλημα της υποχρηματοδότησης των ιδρυμάτων. Ταυτόχρονα αποτελεί τον κύριο υπαίτιο της ακραίας επιδείνωσής της εξ’ αιτίας της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της, η οποία οδήγησε στο κούρεμα όλων των αποταμιευτικών των πανεπιστημίων της χώρας, ωθώντας τα ένα βήμα πριν την οριστική διάλυσή τους. Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ θεωρούμε αδιαπραγμάτευτο για κάθε κυβέρνηση να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στους θεμελιώδεις κοινωνικούς τομείς, όπως είναι αυτοί της Υγείας και της Παιδείας. Άλλωστε, παρά την πληθώρα οικονομικών προβλημάτων που μπορεί να αντιμετωπίζει μία χώρα, δε μπορεί να αφαιρεθεί από την Παιδεία ο καθοριστικός ρόλος που αυτή διατελεί στη διαμόρφωση πολιτών με ιδέες και αντιλήψεις σύγχρονες και προοδευτικές, ώστε να συνεισφέρουν στην έξοδο από κάθε μορφής κρίση, οικονομικής ή κοινωνικής. Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση είναι η κύρια αρμόδια να μεριμνήσει για την οικονομική εξυγίανση των τομέων αυτών λαμβάνοντας άμεσα δραστικά μέτρα όπως αυτό της αύξησης της χρηματοδότησης για την Παιδεία αλλά και της ανεύρεσης πόρων από τα Ιδρύματα ώστε να ορθοποδήσουν και να χαράξουν μία πορεία προς την επίτευξη του ουσιαστικού τους ρόλο.
Ακόμη μία από τις πρόσφατες εξαγγελίες του νέου υπουργού Παιδείας, είναι η πρόθεσή του να ανοίξει έναν εθνικό διάλογο για τον νέο νόμο στην παιδεία. Πιο συγκεκριμένα, η σημαντικότητα της διεξαγωγής του διαλόγου αναδεικνύεται σε τέτοιο βαθμό από τον κ.Φίλη που φαίνεται να επιθυμεί να κρατήσει στάση αναμονής στην προώθηση οποιαδήποτε αλλαγής προτού αυτός πραγματοποιηθεί. Η συγκεκριμένη κατεύθυνση η οποία τίθεται μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους και η διενέργεια κάθε τέτοιας προσπάθειας θα μας βρει έτοιμους, ως ΠΑΣΠ  ΕΜΠ, να συμβάλλουμε με τις ιδέες και τις καίριες προτάσεις μας για τη διαμόρφωση μιας πρωτοπόρας και εκσυγχρονισμένης μεταρρύθμισης για την παιδεία.
Αδιαμφισβήτητα, η σημασία της δημόσιας αυτής διαβούλευσης καθίσταται σαφής, καθώς ο διάλογος, ως πυλώνας της δημοκρατίας, μέσω της προβολής και ανταλλαγής ποικίλων απόψεων από πληθώρα ξεχωριστών ομάδων, τόσο άμεσα όσο και έμμεσα συνδεδεμένων με το χώρο της παιδείας και της εκπαίδευσης, έχει τη δύναμη να οδηγήσει στην εξαγωγή της βέλτιστης λύσης για κάθε ζήτημα, μιας λύσης που θα ικανοποιεί στο μέτρο του δυνατού τις ανάγκες και τις επιθυμίες των περισσοτέρων.

Ωστόσο, παρά τη θετική ανταπόκρισή μας σε ένα κάλεσμα για ανοιχτή διαβούλευση στον τομέα της παιδείας, δε μπορούμε παρά να είμαστε επιφυλακτικοί όσον αφορά την αποτελεσματικότητα ενός τέτοιου εγχειρήματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο διάλογος το 2010 για το νόμο Διαμαντοπούλου, ο οποίος ήταν καθαρά προσχηματικός και είχε ως μοναδικό αποτέλεσμα την καθολική αποτύπωση των θέσεων της επί τω έργω κυβέρνησης. Ελπίζουμε η τωρινή κυβέρνηση, μια κυβέρνηση η οποία εμμένει να αυτοαποκαλείται αριστερή, να ανταποκριθεί στις προσδοκίες που γεννά η υπόσχεση για ανοιχτή διαβούλευση προκειμένου όχι μόνο τα πλεονεκτήματα αυτής να αξιοποιηθούν στο έπακρο αλλά και να  μην καταλήξουμε για άλλη μια φορά σε καθαρά τυπικές και πρακτικά ανούσιες διαδικασίες.
Σε μία προσπάθεια συνολικότερης ανασκόπησης των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων στον χώρο της παιδείας σε βάθος χρόνου έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα εκμετάλλευσης αυτής με σκοπό την προώθηση μικροπολιτικών συμφερόντων, κυρίως μέσω της εφήμερης ανάδειξης επιδερμικού έργου. Κάθε μία από τις τελευταίες κυβερνήσεις έχει κινηθεί στην κατεύθυνση αλλαγών του ακαδημαϊκού χάρτη δίχως να έχει επιδείξει την οποιαδήποτε ουσιαστική πρόθεση για τη βελτίωση των συνθηκών που επικρατούν στην ακαδημαϊκή κοινότητα, πατώντας πρακτικά στις πλάτες τόσο των φοιτητών όσο και αυτών που φοιτούν στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ούτως ώστε να παρουσίασουν ένα υποτυπώδες έργο. Από την πλευρά μας, ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, θεωρούμε πως οποιεσδήποτε επεμβάσεις στο χώρο της παιδείας οφείλουν να μη βασίζονται σε σπασμωδικές και επιφανειακές κινήσεις αλλά να διακρίνονται από μία σαφή και συγκεκριμένη στοχοθεσία, ένα μακροπρόθεσμο προγραμματισμό για ριζικές και προοδευτικές αλλαγές για μια παιδεία που αρμόζει σε ένα εκσυγχρονισμένο ευρωπαϊκό κράτος. Ο επανακαθορισμός της παιδείας ως πυλώνα της κοινωνίας κρίνεται όσο ποτέ αναγκαίος και είναι αδήρριτη ανάγκη να αποτελέσει τομέα βαρύνουσας σημασίας στο πρόγραμμα κάθε κυβέρνησης.
ΠΑΣΠ ΕΜΠ