Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2016

Περί ασφαλιστικού...

Αναμφίβολα, το επικρατέστερο ζήτημα της κεντρικής πολιτικής σκηνής το τελευταίο χρονικό διάστημα είναι αυτό της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος που επιχειρείται εκ μέρους της κυβέρνησης. Η μεταρρυθμιστική αυτή κατεύθυνση αποτελεί απόρροια τόσο των μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας ως απαίτηση από τους θεσμούς, όσο και του βαρυσήμαντου προβλήματος της βιωσιμότητας των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων.
Πιο αναλυτικά, το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα βασίζεται στην έννοια της αναδιανομής των εισφορών των εργαζομένων στα ασφαλιστικά ταμεία, ώστε να τροφοδοτούνται στο σύνολό τους οι συντάξεις, παράλληλα, βέβαια, με τη συνεισφορά του κράτους τόσο σε επίπεδο ασφάλισης των εργαζόμενων, όσο και σε επίπεδο συντάξεων, συμβάλλοντας στον κοινωνικό χαρακτήρα της ασφάλισης. Οι προβλέψεις, οι οποίες βασίζονται σε αναλογιστικές μελέτες, λαμβάνουν υπόψιν τους πολλαπλούς δείκτες για τον υπολογισμό συντάξεων και εισφορών σε μακροχρόνια βάση, δίχως να απειλείται η βιωσιμότητα του συστήματος. Στη χώρα μας, δυστυχώς, αν και για τα πρώτα χρόνια θέσπισης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης οι προβλέψεις ήταν άρτιες, δίχως να δημιουργούνται προβλήματα, από ένα χρονικό σημείο κι έπειτα, ο λόγος εργαζόμενων προς συνταξιούχων άρχισε να φθίνει λόγω αστοχίας στους δείκτες διαμόρφωσης του συστήματος.
Πλέον, από το βιώσιμο επίπεδο όπου 4 εργαζόμενοι τροφοδοτούσαν 1 σύνταξη κατά μέσο όρο, έχουμε φτάσει στο σημείο 1,3 εργαζόμενοι να τροφοδοτούν 1 σύνταξη.
Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, την τεράστια αυτή διαφορά που δημιουργεί το πρόβλημα παράλληλα με τέσσερις βαρυσήμαντους, ακόμα, παράγοντες. Καταρχάς, την κακοδιαχείριση των αποθεμάτων των ασφαλιστικών ταμείων, τόσο από τους ίδιους τους ασφαλισμένους, όσο και από το κράτος, με ορισμένα σκάνδαλα, ανά τις κυβερνήσεις, να επιβαρύνουν από λίγο έως πολύ τα ασφαλιστικά ταμεία, όπως αυτό των δομημένων ομολόγων επί νέας Δημοκρατίας, του PSI επί ΠΑΣΟΚ και της πρόσφατης δέσμευσης των αποθεματικών από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά δεύτερον, την αμέλεια ενός εκ των βασικότερων παραγόντων όσον αφορά το ασφαλιστικό σύστημα, αυτόν της ανεργίας, όπου η πολιτική λιτότητας που ακολουθήθηκε περιόρισε συνολικά των αριθμό των απασχολούμενων και, κατά συνέπεια, περιόρισε και τον όγκο των εισφορών. Επιπρόσθετα, την τεράστια εισφοροδιαφυγή, στο πλαίσιο της συνολικής απαξίωσης του κράτους και των θεσμών του, παράλληλα με μία νοοτροπία όπου ο καθένας προσπαθούσε να ξεγελάσει το κράτος, στερώντας του χρήματα, είτε εισφορών, είτε φόρων, ελλείψεις τις οποίες και τελικά επιβαρύνεται ο ίδιος ο πολίτης. Και τέλος, το καθεστώς των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων με αρκετά ευνοϊκά κριτήρια για το εργαζόμενο, όπου οδήγησε σε περαιτέρω μείωση του λόγου εργαζόμενων προς συνταξιούχων.
Αδιαμφισβήτητα, τέτοιες μεταρρυθμίσεις, όπως του ασφαλιστικού συστήματος, είναι αναγκαίο να δρομολογούνται σε περιόδους ευημερίας, ή έστω μίας στοιχειώδους ανάπτυξης, προκειμένου να υπάρχει ο χρόνος και το κεφάλαιο να στηθεί εκ νέου το ασφαλιστικό σύστημα, διατηρώντας σε χαμηλά επίπεδα την ανεργία. Είναι γεγονός, όμως, πως το ασφαλιστικό σύστημα στη χώρα μας καταρρέει εδώ και αρκετά χρόνια, και δίχως να γίνονται οι καίριες παρεμβάσεις στη λειτουργία του, κρίνεται απαραίτητη η άμεση αναδιάρθρωσή του. Στη σημερινή χρονική συγκυρία, η παρούσα κυβέρνηση αναγκάζεται, δίχως να έχει προγραμματίσει αλλά και δίχως να αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο εκ των προτέρων, να λύσει ένα εκ των πολυπλοκότερων ζητημάτων, προσθέτοντας, φυσικά, το δικό της «αριστερό» στίγμα. Με δικιά της κατεύθυνση, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει να τιμωρήσει όσους μικρομεσαίους εργαζόμενους, επιχειρηματίες αλλά και συνταξιούχους έχουν καταφέρει να υπομείνουν και να αντέξουν την σκληρή πραγματικότητα της κρίσης αλλά και αυτή της τεράστιας οικονομικής αστάθειας από πλευράς κράτους, επιβάλλοντας τεράστιες εισφορές ή μειώνοντας, ως ένα βαθμό, τις συντάξεις. Στην κατεύθυνση αυτή, πλήττει σε τεράστιο βαθμό ιδιαίτερα τον κλάδο των ελεύθερων επαγγελματιών, όπως και εμάς ως εν δυνάμει μηχανικούς, και τον ευαίσθητο κλάδο των αγροτών, όπου αν και τόσα χρόνια η εισφορά τους στα ταμεία κυμαινόταν σε χαμηλά επίπεδα, τώρα αδυνατούν να προσαρμοστούν σε τέτοιες μεγάλες αυξήσεις, οι οποίες πολλούς από αυτούς θα τους οδηγήσουν σε εξευτελιστικά εισοδήματα για την οικογένεια τους. Στον αντίποδα, βέβαια, καταφέρνει να διατηρήσει ανέπαφες σε μεγάλο βαθμό τις συντάξεις και να μειώσει τις εισφορές στους μη έχοντες, εισάγοντας πολλές ευνοϊκές, για αυτούς, παραμέτρους. Παράλληλα, το νέο ασφαλιστικό σύστημα, με τα μηδενικά σχεδόν περιθώρια προσαρμογής, πλήττει σε μεγάλο βαθμό τον νέο εργαζόμενο ο οποίος θα κληθεί να πληρώσει υπέρογκες εισφορές από το πρώτο, κιόλας, ευρώ, και τον νέο συνταξιούχο από 1/1/2016, ο οποίος καλείται να προσαρμοστεί άμεσα στα νέα δεδομένα με μειωμένες συντάξεις, λόγω αναπροσαρμογής του συστήματος υπολογισμού των συντάξεων, με νέους συντελεστές αναπλήρωσης.
Παρά τις λανθασμένες κατευθύνσεις που υιοθετεί η κυβέρνηση, οι οποίες εμπεριέχονται στο δήθεν αριστερό της προφίλ, στα πλαίσια κατάργησης της αριστείας και τιμωρίας του ικανού, αλλά και αντικειμενικές αστοχίες απέναντι σε ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες, νέους εργαζόμενους και συνταξιούχους, οι οποίες και μας βρίσκουν κάθετα απέναντι στη μεταρρυθμιστική, αυτή, λογική, δεν μπορούμε να μην παραδεχθούμε ορισμένες διορθώσεις επί του ασφαλιστικού συστήματος, κυρίως σε τεχνοκρατικά πλαίσια, όσον αφορά τον υπολογισμό των συντάξεων, αλλά και σε πλαίσια περιορισμού των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, περιορισμού και ενοποίησης ταμείων, ελέγχου στην καταβολή των συντάξεων ώστε να μην γίνονται σπατάλες με διπλές και τριπλές συντάξεις σε όσους δεν το δικαιούνται. Άλλωστε, η συγκεκριμένη κατεύθυνση έχει τεθεί ως αναγκαία μεταρρύθμιση από τους Ευρωπαίους και διεθνείς εταίρους μας από την πρώτη, κιόλας, στιγμή της εισόδου της χώρας μας στη μνημονιακή συμφωνία, στη βάση της απαραίτητης μεταρρύθμισης στο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας μας, για τη βιωσιμότητά του. Ωστόσο, αν και θεωρούμε αναγκαία μία μεταρρυθμιστική λογική όσον αφορά το ασφαλιστικό, δεν μπορούμε να την αποδεχθούμε με την συγκεκριμένη μορφή λόγω των παθογενειών που παρουσιάζει.
Αντιλαμβανόμενοι την κοινωνική ασφάλιση ως ένα εκ των βασικότερων αγαθών προς την κοινωνία, αλλά και εισάγοντας το στοιχείο της δικαιοσύνης προς όλους ανεξαιρέτως, θεωρούμε, σε ιδανικό επίπεδο, είτε την πλήρη κάλυψη των συνταξιοδοτικών αναγκών μίας χώρας από τους υφιστάμενους εργαζόμενους, με μικρή έως μηδενική τη συμβολή του κράτους, είτε σε συνδυασμό με τη συσσώρευση κεφαλαίου στο πλαίσιο των εισφορών που έχουν καταβληθεί από προγενέστερες γενεές, στα όρια ενός κεφαλαιοποιητικού συστήματος. Θεωρούμε, επιπλέον, δεδομένη την συνεισφορά του κράτους για τη διαμόρφωση μίας κατώτατης σύνταξης και βασικής ασφάλισης, προσδίδοντας ένα κοινωνικό χαρακτήρα. Ωστόσο, με τα δεδομένα της χώρας μας, όπου αδυνατεί να υιοθετήσει, ειδικά στην παρούσα χρονική συγκυρία, ένα τέτοιο σύστημα, η πρώτη κατεύθυνση που οριοθετούμε, ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, είναι ο βέλτιστος υπολογισμός εισφορών και συντάξεων με κλιμακούμενο χαρακτήρα, ώστε να επιβαρύνεται ο καθένας αναλογικά, δίχως να πλήττεται εκ νέου η μεσαία τάξη η οποία έχει σηκώσει το βάρος της κρίσης λόγω λάθος επιλογών από πλευράς κυβερνήσεων, αλλά αναδεικνύοντας, παράλληλα, τον κοινωνικό χαρακτήρα της ασφάλισης. Η συγκεκριμένη κατεύθυνση μπορεί να υλοποιηθεί βάσει αναλογιστικών μελετών, οι οποίες και θα διαμορφώσουν τα κατάλληλα μοντέλα υπολογισμού.
Όμως, όλες οι τεχνικές παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό σύστημα δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα εξ’ολοκλήρου. Είναι αναγκαίο να αντιμετωπισθεί μία εκ των βασικότερων αιτιών, αυτή της ανεργίας.
Καταρχάς, η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να διαμορφώσει ένα υγιές πολιτικό, οικονομικό και επενδυτικό περιβάλλον το οποίο και θα στηρίζει την επιχειρηματικότητα και την προσέλκυση επενδύσεων, με μοναδικό στόχο τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Η αντιμετώπιση, παράλληλα, την αρνητικής έκφανσης που αποκτά η γραφειοκρατία, καθώς επίσης και της ασταθούς φορολογικής πραγματικότητας θα δώσει τεράστια ώθηση στην ανάπτυξη την επιχειρήσεων και, κατά συνέπεια, στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αξιοποιώντας, φυσικά, επενδυτικά προγράμματα που παρέχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε μία τέτοια κατεύθυνση, είναι βέβαιο πως η ανεργία θα αντιμετωπισθεί σε μεγάλο βαθμό, γεγονός που σημαίνει περισσότεροι εργαζόμενοι, αυξάνοντας τον λόγο εργαζόμενων προς συνταξιούχων, και κατά συνέπεια, μεγαλύτερος όγκος εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία. Με τον τρόπο αυτό είναι δυνατόν να ορθοποδήσουν τα ταμεία και να στηρίξουν τις απαραίτητες αλλαγές στο πλαίσιο τεχνοκρατικών όρων, αντιμετωπίζοντας, έτσι, την καταστροφική κατάσταση στην οποία και βρίσκεται το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας μας.
Είναι απαραίτητο, λοιπόν, να σταθούμε απέναντι στις λογικές που υιοθετούνται στη βάση του νομοσχεδίου για το ασφαλιστικό από μέρους κυβέρνησης, αναδεικνύοντας, ωστόσο, τόσο την αναγκαιότητα αλλαγών σε πιο ορθολογικά πλαίσια, όσο και την αδήριτη ανάγκη αντιμετώπισης της ανεργίας, προκειμένου να αντιμετωπισθεί συνολικά το πρόβλημα βιωσιμότητας του ελληνικού ασφαλιστικού συστήματος.

ΠΑΣΠ ΕΜΠ